Kερνάς

7 Μαρτίου 09

31338_0 

 

 

Θέλω να ‘ρθεις να με κεράσεις στο μπαρ κοντά στη δουλειά, στη στοά μέσα, σφηνάκι και τη γνωστή ατάκα για τη ζωγραφιά του απέναντι τοίχου. Θα απαντήσω μ’ όλη τη γλύκα που μπορεί ν’ ανέβει στα χείλη, χωρίς να σκεφτώ τα κλισέ σου, χωρίς την ειρωνία και την αυταρέσκεια που μου προκαλούν, χωρίς να με νοιάζει το πώς και το γιατί, μόνο αυτά που θα μου ψιθυρίζεις σε μία κουβέντα που δε θα ζητάει τίποτα παραπάνω από το να ‘ναι μία κουβέντα μεταξύ εμένα και εσένα.

 

Εκεί θα σε ξαναγνωρίσω από την αρχή, για πρώτη φορά, μία δεύτερη ευκαιρία για μία πρώτη άλλη εντύπωση, εγώ σε ‘σένα…. όχι κι εσύ, και οι δύο, μακριά από την κούραση και τη φλυαρία βλαμμένων ρόλων, χωρίς την καχυποψία και το παιχνίδι της επιθυμίας. Η ώρα θα χαλαρώσει και θα γίνει ξανά εκείνο το λευκό ροζ ζαχαρωτό που κομματιάζεται σε απρόβλεπτα. Θα μιλήσουμε το χρόνο και τα σχέδια διαφορετικά: όχι προγράμματα με κομμένη την ανάσα, αλλά μ’ ακούραστες διαδρομές του νου και της φαντασίας. Θ΄ανταλλάξουμε λόγια και χαμόγελα που δε φοβούνται και δε χρεώνουν τίποτα. 

 

… όλο ασυνάρτητα, είπε ο Γιάννης από μέσα του και ζήτησε το λογαριασμό. Δεν ήταν φρέσκο αυτό που πήρε, δε θα ξαναπήγαινε. 

 

 

Για σένα

22 Ιανουαρίου 09

surrealism-24

Είναι αλήθεια πως έχει ταλέντο. Έχει και πολλούς θαυμαστές. Κάνουν χαμό στο μαγαζί κάθε βράδυ. Κι αυτή δεν τους απογοητεύει. Πάντα, πριν από το τελευταίο τραγούδι, κοιτάζει στο βάθος και με την ήρεμη, γλυκιά, όλο νόημα φωνή της αφιερώνει: «για ‘σένα..».

Το βράδυ δε μένει ποτέ μόνη. 

Χωρίς γυρισμό

3 Ιανουαρίου 09

 

 ice-lake

 

Η σκηνοθεσία ήταν το απωθημένο του. Ξύπναγε το πρωί και ως γνήσιος άνθρωπος του θεάτρου, βούρτσιζε τα δόντια του μπροστά στην κάμερα. Την έπαιρνε παντού μαζί. Μ’ αυτή φώτιζε τις πιο σκοτεινές πτυχές της νοσταλγίας του. Έπαιζε πειστικά τις αδυναμίες του, έκλαιγε ειλικρινώς στα μεγάλα του λάθη. Πατώντας πάνω στο πάγο, γλιστρούσε προσεκτικά προς τα πίσω. Αν και η λήθη της παγωμένης λίμνης κάτω από τα πόδια του τον τρόμαζε, η σιγουρία που είχε όσο κρατουσε την τύχη του κεντραρισμένη στο φακό του έδινε δύναμη. Περνούσε πάνω από τα πιο βαθιά σημεία της λίμνης ξανά και ξανά. Εκεί γύριζε συνέχεια δοκιμάζοντας μία κρυφή ικανοποίηση. Ο πάγος δε ράγισε ποτέ, ούτε εκείνος είχε πέσει ποτέ μέσα…Το slow motion το βιώσε άπαξ, μόνο στην πραγματική ζωή, σ’ εκείνες τις στιγμές αγωνίας που ο ήρωας δεν έχει κάπου για να πιαστεί.

 

Όχι, εκείνος είναι ο σκηνοθέτης, η λήθη χάνεται, ο πάγος σπάει και η εξοικίωση με τις χαμένες επιλογές δε γινέται στο βάθος της λίμνης, αλλά ψηλά εκεί, όπως αρμόζει σε κάθε γοητευτικό πρωταγωνιστή.

 

Με έμφαση στη λεπτομέρεια, η επανάληψη γίνεται ιεροτελεστία. Όλα γράφονται ξανά με τον ίδιο τρόπο. Η ιστορία τραγωδία και φάρσα μαζί.

 

Για την παράσταση «Η φάρσα της οδού Γούλγουορθ».

 

Sans mélodie

20 Δεκεμβρίου 08

archi031

Le téléphone a sonné

Il a tourné

Il a vu le numéro dans l’écran du téléphone

 

Il m’ a dit allo

Sans me saluer

 

Il m’ a dit de ses nouvelles

Sans me parler

 

Il m’ a parlé du stress de la journée

Sans me poser aucune question

 

À une certain moment il a vu l’heure,

qui le tirait par le manche

 

Il s’ est dépeché, parce qu’ il devait de travailler.

 

Elle a pensée que tout ça n’ etait pas tellement desagréable,

Et elle a regardé par la fenêtre.

 

Άσκηση σε ύφος J. Prevert. 

Μήδεια 2

29 Νοεμβρίου 08

2008_142_dimitri_paipaiwannou_mideia_6_1212406680905

Νερά και όνειρα κυλάνε ανάμεσα σε ανθρώπους/νησιά. Ευρηματικό σκηνικό και κουστούμια με παιχνίδια από φως και σκιές. Κινούμενες μουσικές εικόνες, εικαστικά άρτιες, θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι καλοδουλεμένα φωτογραφικά πλάνα. Μία επιδέξια βουβή εξιστόρηση του μύθου. 

Ο χορός όμως υπερβαίνει την αφήγηση και τη γλώσσα. Δικαιώνεται όταν μεταφέρει ατόφιο συναίσθημα. Είναι μέσω συναισθημάτων η επικοινωνία ανάμεσα στους επάνω στη σκηνή και στους κάτω απ’ αυτή.

Η Μήδεια χορεύει με τις καρέκλες.

Αρχικά πεσμένη ανάσκελα. Θρήνος και μετά μανιοκατάθλιψη. Σε λιγάκι σκοτεινά ένστικτα θ’ απελευθερωθούν. Το σώμα ακολουθεί μία διαμάχη. Προσπαθεί να σηκωθεί, αλλά τα πόδια της βαρίδια που δεν την αφήνουν να περπατήσει. Οι καρέκλες δεκανίκια για αβέβαιη στήριξη, στο τέλος υπέρογκοι κόθορνοι στους οποίους πατάει πάνω με δύναμη και αυτοπεποίθηση γι’ αυτά που πρόκειται να κάνει. Χορεύει, παλεύει και μεταμορφώνεται. Μας βάζει στην αντίθεση και την απόγνωσή της. Μας φοβίζει η επανάστασή της. Είναι βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγής και από έρωτα.

Απ’ όλη την παράσταση ο χορός της Ευαγγελίας Ράντου ξεχωρίζει.

Fuzzy day

24 Νοεμβρίου 08

 

..full of approximates and unexplicits.

 

 

 

 

 

Αφαλάτωση

23 Νοεμβρίου 08

 dimanche_edward_hopper_1926

 – Έχω βαρεθεί, δε δουλεύω, αλλά δεν κοιμάμαι καλά, οδηγώ πολύ, δεν έχω σπίτι, με το τσαντάκι μονίμως, περιδιαβαίνω χάρτινα δωμάτια, κορμιά θολωμένα, διαθέσεις κλεμμένες. Έχω κουραστεί πια, οι επιθυμίες χαλασμένες, προφητικές οι φοβίες, στημένες οι λογοτεχνίες, και όλα γραφικές διαμαρτυρίες… έλεγε η Judith από το Ιλινόις στο φίλο της στο τηλέφωνο.

– Σκάσε και κολύμπα, της απάντησε κι είχε δίκιο.

 

Παραισθήσεις

22 Νοεμβρίου 08

018-fullinit_

 

«Κείμενα μαθητών από τον Α’ Διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος των Αρσακείων Σχολείων».

Ένα λεπτό εκρού βιβλιαράκι, που αγνοούταν ανάμεσα σε χαρτιά στο πάτωμα (τελευταίως το δάπεδο του δωματίου θυμίζει γεωλογικό τοπίο με στρώματα και ιζήματα φωτοτυπιών πολλαπλών επιπέδων) και το οποίο τελικά βρήκα μετά από ψάξιμο και γκρίνια της φίλης που μου το δωσε.

 

Τα κείμενα που διάβασα ήταν μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου απ’ όλη την Ελλάδα. Εντυπωσιάστηκα! Και κυρίως από τα διηγήματα που ήταν πολύ καλά. Σε καλοδουλεμένη γλώσσα με ωραίες περιγραφές τοπίων, αλλά κυρίως ανθρώπων. Τα παιδιά αυτά φαίνεται να το χουν πιάσει, να παρατηρείς, όχι απλά να βλέπεις, εκεί είναι η μαγκιά. Αντιλαμβάνονται την αλληγορική δύναμη της γλώσσας και αναμετριούνται γενναία μ’ αυτή. Ποιος είμαι, από πού κατέβηκα, ποιος επιλέγει, ποιο το νόημα, μπορεί ν’ αλλάξει κάτι… ερωτήματα που χτυπάνε την πόρτα στην εφηβεία, ιδωμένα με τη ματιά της γενιάς τους, της γενιάς του πολέμου στο Ιράκ, του facebook, της ευαισθητοποίησης για το περιβάλλον, μαζί με Μακρόπουλο, Κών/νο Βήτα, emo, lifo και Λαζόπουλο. Αντιφάσεις και προσδοκίες. 

 

Ανάταση ψυχής τα παιδιά αυτά!

Αισιοδοξία και για τ’ άλλα τα παιδιά του Εσπερινού Γυμνασίου Χαλκίδας που στις 9 το βράδυ που έτυχε να περάσω κάνανε μάθημα στο κατάφωτο κτήριο, θα γίνουν σίγουρα σκληρά καρύδια.

Πίστη ότι μέσα στις αυλές των σχολείων, θ’ αρχίσει ενεργητικά να παράγεται η πραγματικότητα.

 

 

Ciudad sin sueno

14 Νοεμβρίου 08

 new20york20manhattan

 

… ή αλλιώς Άϋπνη πόλη, ο τίτλος του ποιήματος από τη συλλογή του Λόρκα «Ποιητής στη Νέα Υόρκη». Ο Λόρκα διαμένει εκεί σχεδόν ένα χρόνο από τον Ιούνιο του ’29 έως το Μάρτιο του ’30 και ζει από κοντά όλη την οικονομική κρίση, τη θύελλα που έφερε, αλλά και την παράνοια της μεγαλούπολης γενικά, του κενού, των εξοντωτικών ρυθμών, «της γεωμετρίας και της αγωνίας», όπως θα πει και ο ίδιος σε διαλέξεις που θα δώσει αργότερα για το έργο εκείνης της περιόδου.

 

Στην έκδοση, πάνω από το ποίημα έχει μιαν εικόνα – κολάζ, ασπρόμαυρη, από το φωταγραφικό του αρχείο: στο φόντο τυπικό τοπίο Μανχάταν με ουρανοξύστες (μπορεί να είναι και η Wall Street) και σε πρώτο πλάνο ιγκουάνα, σαύρες και φίδια που ίπτανται. Εύγλωττος υπερρεαλισμός!

 

Από κάτω οι στίχοι:

 

Κανείς δεν κοιμάται στον ουρανό. Κανείς, κανείς.

Δεν κοιμάται κανείς.

Τα πλάσματα της σελήνης

Μυρίζουν και κυκλώνουν τις καλύβες.

Θα ‘ρθουνε οι ζωντανές ιγουάνες να δαγκώσουν

τους άνδρες που δεν ονειρεύονται

και αυτός που φεύγει με ραγισμένη την καρδιά

θα συναντήσει στις γωνίες

τον απίστευτο κροκόδειλο ήσυχο

κάτω απ’ την τρυφερή προστασία των άστρων.

 

Δεν είναι όνειρο η ζωή. Γρηγορείτε! Γρηγορείτε! Γρηγορείτε!

Πέφτουμε από τις σκάλες για να φάμε χώμα υγρό

ή ανεβαίνουμε στην κόψη του χιονιού

με χορωδία απ’ τις νεκρές ντάλιες.

Κανείς δεν κοιμάται στον ουρανό. Κανείς, κανείς.

Για να υπάρχει ένα πανόραμα ανοιχτών ματιών

και πικρές πληγές που καίνε.

 

Φρεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, 9 Οκτ. 1929

 

Αφορμή μου γι’ αυτό, σίγουρα οι αϋπνίες μου τελευταία, η πόλη που δοκιμάζει την αντοχή και το ρυθμό μου, τα διαβάσματά μου τελευταίως περί πολιτικής οικονομίας, οι συζητήσεις γι’ αυτά, οι αριθμοί, η κρίση και το πέρασμά της στην πραγματική οικονομία, που δε σκάμπαζα, και πρόσφατα μόνο κατάλαβα τι σημαίνει, μαζί με την περικοπή συντάξεων ανθρώπων που για χρόνια δούλευαν για ακόμα λιγότερα από αυτά που έπρεπε, για να τα πάρουν μετά… να εξασφαλιστούν στα γεράματα… την ώρα που ο Βγενόπουλος συνεχίζει να μιλά για αυξήσεις επιτοκίων.

 

Αφορμή το πόσο πολύ μ’ άρεσε η φωτογραφία-κολάζ, το γεγονός ότι κάποιοι δουλεύουν έντεκα ώρες, γρηγορούν όλη μέρα, αλλά δεν προλαβαίνουν, 

αφορμή το ότι τελευταία αρκετοί δεν κοιμόμαστε καλά,

πεταλούδες όμως και όνειρα βλέπουμε ακόμα!

 

 

Ξημέρωμα

12 Νοεμβρίου 08

 

Με πονοκέφαλο από το χθεσινό ουίσικι, με κουβέντες που δε βγήκανε, αλλά πνιγήκανε μέσα στον καπνό, μ’ ένα όνειρο που με τάραξε και δε θέλω να θυμηθώ, με το γνωστό μου άγχος να προλάβω τη μέρα που έρχεται, μ’ ένα κάρο δουλειά που πρέπει να γίνει, με τη φωνή σου στο μαξιλάρι, 

σβήνω το τσιγάρο, διαλύω την πόζα, γιατί μου τη σπάει, συνεχίζω την εβδομάδα, διώχνω τη ζαλάδα, και ξεκινάω τη μέρα μου.